καταφθινυθω

καταφθινυθω
    καταφθινύθω
    κατα-φθῐνύθω
    (только praes.) губить, уничтожать
    

(τιμάς HH.; ἀρούρας Emped.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "καταφθινυθω" в других словарях:

  • καταφθινύθω — (Α) (ποιητ. τ.) καταφθίω*. [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + φθινύθω, ποιητ. τ. τού φθίω «καταστρέφω»] …   Dictionary of Greek

  • καταφθινύθει — καταφθινύθω pres ind mp 2nd sg καταφθινύθω pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καταφθινύθουσιν — καταφθινύθω pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) καταφθινύθω pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καταφθινύθοντες — καταφθινύθω pres part act masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καταφθινύθουσα — καταφθινύθω pres part act fem nom/voc sg (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»